Θεματικές Ενότητες

1. Άρθρα που αφορούν στο χωριό: συλλογή δημοσιεύσεων που το περιεχόμενό τους αφορά στο χωριό των Κουραμάδων.

2. Οικογένειες των Κουραμάδων: Γενεαλογικά και άλλα στοιχεία που αφορούν στις οικογένειες που ζούσαν και ζουν στους Κουραμάδες.

3. Παραδόσεις: Τοπικά ήθη και έθιμα του χωριού των Κουραμάδων και της ευρύτερης περιοχής της Μέσης Κέρκυρας.

4. Προσωπικότητες των Κουραμάδων: Πληροφορίες για εξέχοντες Κουραμαδίτες.

22 Απριλίου 2011

Ο Επιτάφιος

Μια από τις πιο ζωντανές και όμορφες εκδηλώσεις του χωριού είναι εκείνες που αφορούν στον Επιτάφιο.
Ειδικά στο παρελθόν, όταν οι άνθρωποι της υπαίθρου διέθεταν μια πιο βιωματική σχέση με τις θρησκευτικές τελετές και εορτές, η προετοιμασία και η περιφορά του Επιταφίου κατά τη Μεγάλη Παρασκευή αποτελούσε μία εκδήλωση ιδιαίτερα συλλογική και κατανυκτική, τουλάχιστον με το περιεχόμενο που ο όρος "κατανυκτικός" έχει στην Κέρκυρα.
Αμέσως σχεδόν μετά την Αποκαθήλωση, τα παιδιά τρέχαμε στο χωριό και εκτελούσαμε οργανωμένες "επιδρομές" σε κηπάρια και τζαρδίνια, προς άγρα λουλουδιών και άλλων καλλωπιστικών φυτών που θεωρούσαμε κατάλληλα για τον στολισμό του Επιταφίου. Με τη συνεργασία των ιδιοκτητών των κήπων, ή χωρίς αυτήν, οι παρέες συγκέντρωναν τη λεία τους, σ' έναν άτυπο διαγωνισμό του καλύτερου μπουκέτου, της πιο όμορφης γιρλάντας.
Οι κρίνοι και οι πασχαλιές είχαν την τιμητική τους, με τις τελευταίες να μας δυσκολεύουν αν μαδούσαν τα άνθη τους. Ακολουθούσαν τριαντάφυλλα και γαρύφαλα, φλοέτες, καμπανούλες, τσαντσαμίνια, ακόμα και ταπεινές μαργαρίτες του αγρού, οι οποίες θυσιάζονταν κατά δεκάδες προκειμένου να φτιάξουμε γιρλάντες που θα δένονταν στις κολώνες του Επιταφίου.Τον στολισμό του Επιταφίου αναλάμβαναν κυρίως νεαρές κοπέλες, ως Μυροφόρες, συχνά υπό την καθοδήγηση κάποιας μεγαλύτερης και πιο έμπειρης γυναίκας.
Το βράδυ το χωριό συνέρρεε στην ακολουθία του Επιταφίου. Όλο σχεδόν το χωριό. Ακόμη κι εκείνοι που δεν πολυπίστευαν, που δεν είχαν καλές σχέσεις μ' εκκλησίες και παππάδες... Κι όμως, ακόμη κι αυτοί θα συμμετείχαν στην περιφορά, στο κόρο που θα 'ψαλε τα εγκώμια με τη χαρακτηριστική κερκυραϊκή μουσικότητα, στο κόρο που έκανε φιλότιμες προσπάθειες να δημιουργήσει ένα πολυφωνικό σύνολο, μιμούμενο τις μεγάλες χορωδίες της πόλης. Και να 'σου! Κάπου, ανάμεσα στα Χυτηράτικα και τα Λαγγατάτικα, βρισκόταν ένας βαρύτονος, κάπου κοντά στο Φόρο έβρισκε τον τόνο του ένας αυτοδίδακτος τενόρος.
Βέβαια, δεν έψαλε μόνο το κόρο, μα κι όλοι όσοι ακολουθούσαν στις πρώτες σειρές μετά τον Επιτάφιο. Κι έμοιαζαν οι μελωδίες να αναδύονται απ' όλο το χωριό, κατά κύματα, ανάλογα αν το εγκώμιο που ψαλλόταν ήταν γνωστό ή λιγότερο γνωστό στους πολλούς. Έτσι, για παράδειγμα, το "Απορεί και φύσις..."  ψαλλόταν από λίγους και ακουγόταν χαμηλά, ενώ το "Ω! Γλυκύ μου Έαρ..." το έψαλλαν όλοι και ακουγόταν μέχρι την άλλη άκρη του χωριού.
Δεν ξέρω τι είναι αυτό που κάνει την περιφορά του Επιταφίου τόσο ελκυστική στους ανθρώπους. Ίσως τα λουλούδια με τα οποία είναι στολισμένος ο Επιτάφιος, ίσως η μελωδίες που συνέταξαν περισσότερο από χίλια χρόνια πριν
κάποιοι Βυζαντινοί μελωδοί, ίσως και κάποια υποσυνείδητη ανάμνηση των αρχέγονων τελετών της Άνοιξης που συνέπιπταν με το Πάσχα μας, αλλά μάλλον όλα αυτά μαζί.
Το βέβαιο είναι ότι ο Επιτάφιος δεν αποτελεί θρήνο, αλλά μάλλον μία αναγνώριση ότι χωρίς τον θάνατο δεν υπάρχει ζωή, μία αλήθεια που γνωρίζουν καλά οι άνθρωποι της υπαίθρου που δουλεύουν τη γη και βιώνουν τον κύκλο της φύσης, κι έτσι κατανοούν ίσως καλύτερα (μπορεί όχι συνειδητά, μα βιωματικά) γιατί ο Θεός έπρεπε να πεθάνει προκειμένου να φέρει ζωή στους ανθρώπους...

4 Απριλίου 2011

Τα έθιμα του γάμου

Ο γάμος είναι ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικά γεγονότα στη ζωή του χωριού. στο παρελθόν, όμως, όταν το χωριό ήταν ένας ζωντανός και ακμαίος κοινωνικός και παραγωγικός σχηματισμός, η σημασία του γάμου ήταν ακόμη μεγαλύτερη. Γιατί, αν και στο ηθικό πεδίο η ένωση ενός ζευγαριού σε γάμο έχει ουσιαστικά απόλυτη αξία, σχεδόν οντολογικής φύσης, δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι οι γάμοι στις κοινωνίες της υπαίθρου διαδραμάτιζαν ρόλο, τόσο στις κοινωνικές ισορροπίες εντός της κοινότητας, όσο και στις παραγωγικές και οικονομικές διαδικασίες.
Ο βαθμός δημογραφικής αύξησης των γενών που απάρτιζαν το χωριό, άρα και η δημογραφική τους ρώμη, επηρέαζε πεδία, όπως την ανάδειξη των τοπικών αξιωματούχων (δηλαδή των Γερόντων και του Κοντόσταβλου), η οποία γινόταν με ψηφοφορία (τουλάχιστον στην περίπτωση των Γερόντων). Επίσης, η οικογενειακή οργάνωση που προέκυπτε μέσω ενός γάμου, αναλόγως αν το νέο ζευγάρι εντασσόταν σε μία από τις πατριαρχικές οικογένειες των γονιών, ή αν δημιουργούσε μία πυρηνική οικογένεια, άρα και ένα νέο νοικοκυριό (Φαμίλια), μπορούσε να ευνοήσει την ισχυροποίηση ή εξασθένιση, των νοικοκυριών (φαμιλίων) των γονιών. Οι λόγοι, προφανείς, καθώς αν το ζευγάρι εντασσόταν σε ένα ήδη στιβαρό νοικοκυριό, μπορούσε μόνο να αυξήσει την παραγωγικότητά του, ενώ η ένταξή του σε ένα ασθενές νοικοκυριό, με λίγες διαθέσιμες καλλιεργήσιμες γαίες, θα επέτεινε την εξασθένησή του μέσω των επιπλέον αναγκών σε διατροφή και ένδυση. Παρόμοια επίδραση μπορεί να είχε και η μεταφορά έγγειου και κινητού κεφαλαίου, με τη μορφή προίκας ή ενίσχυσης του γαμπρού από τους γονείς του. Τέλος, δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε τις επιδράσεις των νέων δεσμών που προέκυπταν μέσω ενός γάμου, ειδικά σε μία κοινωνία που λειτουργούσε πρωτίστως βάσει των συγγενικών δικτύων.
Ως εκ τούτου, ο γάμος αποτελούσε μείζον γεγονός, όπως άλλωστε έχει αναγνωριστεί και από την Εκκλησία, η οποία ονομάζει το μυστήριο του γάμου "Μέγα", χρησιμοποιώντας ένα επίθετο που δεν συναντάται σε άλλες περιπτώσεις. Για τους λόγους αυτούς η κοινωνία της κερκυραϊκής υπαίθρου είχε θεσπίσει μία ακολουθία τελετουργιών, η οποία δεν τόνιζε απλώς τη σημασία του γεγονότος, αλλά ισχυροποιούσε τους δεσμούς που προέκυπταν από αυτό. Τούτο γίνεται άμεσα αντιληπτό μέσω της ανάλυσης της τυπολογίας και των συμβολισμών των εθίμων του γάμου, όσο και από τη διαπίστωση ότι η σύναψη γαμήλιας σχέσης ήταν μία σχετικά μακρόχρονη διαδικασία, η οποία χωριζόταν σε στάδια, τα οποία αποτελούσαν δικλείδες ασφαλείας έναντι των δυσκολιών που προέκυπταν από τις αναπόφευκτες διαπραγματεύσεις, τόσο σε επίπεδο διαπροσωπικών σχέσεων, όσο και στο οικονομικό πεδίο.

Ας δούμε όμως, ποια ήταν τα έθιμα που σχετίζονται με τον γάμο στους Κουραμάδες, όπως τα περιγράφει ο Κωνσταντίνος Γραμμένος (Παλικάρη):

Όταν οι γονείς ενός νέου θεωρούσαν ότι ήταν σε ηλικία γάμου συσκέπτονταν με τον νέο, ώστε να αποφασίσουν ποια από τις ανύπαντρες κοπέλες του χωριού ή της ευρύτερης περιοχής ήταν κατάλληλη γι' αυτόν. Η διαδικασία της σύσκεψης δεν ήταν απόλυτη, καθώς δεν ήταν λίγες οι φορές που οι γονείς επέλεγαν τη μέλλουσα νύφη και απλώς ζητούσαν την επίνευση του γιου τους.
Στη συνέχει ξεκινούσαν τα "προξενέματα": Οι γονείς του νέου επέλεγαν έναν προξενητή, ο οποίος πήγαινε στο σπίτι της κοπέλας μεταφέροντας την επιθυμία του νέου και των γονέων του να γίνει νύφη τους. Οι γονείς της κοπέλας, αν ενέκριναν τον γαμπρό, αποδέχονταν την πρόταση του προξενητή, με ή χωρίς τη συγκατάθεση της κόρης τους. Ακολουθούσε η γνωστοποίηση της αποδοχής της πρότασης από τον προξενητή.
Στη συνέχεια, οι γονείς των δύο νέων, μαζί με τον προξενητή, συναντιόνταν με σκοπό τη σύναψη συμφωνίας για τον γάμο των παιδιών τους. Κατά τη συνάντηση αυτή, ο πατέρας της νέας κατέθετε στους γονείς του μέλλοντος γαμπρού, ή στον ίδιο, ένα έγγραφο που ονομαζόταν "ομόλογος", ή "αρεσκιά", στο οποίο αναφέρονταν περιληπτικά όσα είχαν συμφωνήσει να δώσουν ως προίκα στη μέλλουσα νύφη. ταυτόχρονα, με το κλείσιμο της συμφωνίας, πραγματοποιούταν και ο ορισμός της ημέρας των αρραβώνων. Η διαδικασία αυτή ονομαζόταν "τελειώματα", και επισφραγιζόταν με χαρμόσυνο χτύπημα των καμπάνων και πυροβολισμούς, τα λεγόμενα "ακούσματα", έτσι ώστε να γίνει γνωστό σε όλο το χωριό και τη γύρω περιοχή.
Ημέρα των αρραβώνων:
Χαρακτηριστική είναι η μεγάλη και πολύ επιμελημένη προετοιμασία που γινόταν στο σπίτι της μέλλουσας νύφης για το γεύμα ή δείπνο των αρραβώνων, στο οποίο συμμετείχαν οι δύο οικογένειες και συχνά και άλλοι στενοί συγγενείς. Κατά τον ερχομό του στο σπίτι της μέλλουσας νύφης, ο μέλλων γαμπρός συνοδευόταν υποχρεωτικά από τους γονείς του ή και κάποιους άλλους συγγενείς. Πάντα προπορευόταν μία νέα κοπέλα, στενή συγγενής του γαμπρού, με ένα κανίστρι (καλάθι) στο κεφάλι της. Το κανίστρι αυτό λεγόταν "ινπένιο" και περιείχε τα δαχυλίδια των αρραβώνων και άλλα μικροδώρα για την νύφη και τους συγγενείς της. Το ινπένιο ήταν πάντα σκεπασμένο με ένα μαντίλι χρώματος κόκκινου, με κίτρινα χρωματιστά παγωνόφτερα, και ονομαζόταν "τσουτσουμίδα". Στο ξεκίνημα και την άφιξη της συνοδείας του μέλλοντος γαμπρού στο σπίτι της μέλλουσας νύφης χτυπούσαν χαρμόσυνα οι καμπάνες των εκκλησιών, δίνοντας έτσι ακόμη πιο επίσημο και χαρμόσυνο τόνο στο γεγονός.
Τους συγγενείς του νέου τους υποδέχονταν οι συγγενείς της μέλλουσας νύφης, παρουσία και του ιερέως του χωριού, ο οποίος παρευρισκόταν για να ευλογήσει τα δαχτυλίδια των αρραβώνων. Μετά την απαραίτητη ευλογία από τον ιερέα, γινόταν η ανταλλαγή δώρων μεταξύ των δύο οικογενειών. Ο γαμπρός ή ο πατέρας του, φορούσε την τσουτσουμίδα στο κεφάλι της μέλλουσας νύφης, η οποία το έφερε καθ' όλη την περίοδο της μνηστείας. Στον αρραβώνα συνήθως οριζόταν και η ημερομηνία του γάμου.
Μετά τον αρραβώνα, την ίδια ημέρα ή κάποιαν από τις επόμενες, γίνονταν τα "προποδιάσματα", η υποδοχή δηλαδή της αρραβωνιαστικιάς στο σπίτι του μνηστήρα της. Τη γυναίκα συνόδευαν ο μνηστήρας με τους γονείς της, ενώ στην πόρτα την περίμενε η μέλλουσα πεθερά της, η οποία τη φιλούσε και της έδινε την ευχή της. Ακολουθούσε γεύμα, το οποίο περιελάμβανε συμβολικά χταπόδι με ρύζι

22 Μαρτίου 2011

Ευγένιος Χυτήρης (1839-1906)


Ο Αρχιμανδρίτης Ευγένιος Χυτήρης
Ένας σημαντικός Κουραμαδίτης, η μνήμη του οποίου δυστυχώς έχει σβήσει, αλλά που η προσωπικότητα και το έργο του ακτινοβόλησαν στην κοινωνία της Κέρκυρας και την κοινότητα των Ελλήνων της Βενετίας, ήταν ο ιερομόναχος Ευγένιος Χυτήρης, ο οποίος  έζησε κατά τον 19ο αιώνα. Η ζωή του μας είναι σήμερα γνωστή μέσω της νεκρολογίας του που συνέταξε ο επίσης Κουραμαδίτης ιερέας Θεόδωρος Χυτήρης, την οποία παραθέτουμε στη συνέχεια.
Ο Ευγένιος γεννήθηκε στους Κουραμάδες το 1839, και βαπτίστηκε το 1840 με το όνομα Ελισσαίος, από τον ιερέα και ανάδοχό του, Σπυρίδωνα Κοσκινά. Ήταν γιος του Σταμάτη και της Βαρβάρας Χυτήρη, οι οποίοι είχαν ακόμη έναν γιο, τον Σπύρο. Δυστυχώς, ο κλάδος αυτός έσβησε δύο γενιές αργότερα, όμως, αν θέλουμε να τον προσδιορίσουμε γενεαλογικά, μπορούμε να πούμε ότι ο παππούς του Ελισσαίου, ήταν προπάππους του Λεωνίδη, μετέπειτα ιδιοκτήτη του ομώνυμου λουτρουβιού στο κέντρο του χωριού.
Ο ιερέας Ευγένιος Χυτήρης έδρασε σε μία εποχή που η Κέρκυρα ήταν ένα σημαντικό κέντρο της μικρής τότε Ελλάδας, ενώ η Εκκλησία αποτελούσε ακόμη σημαντικό πυλώνα της πνευματικής ζωής, και υπό το πρίσμα αυτό πρέπει να εκτιμηθεί η ζωή και το έργο του. Υπήρξε φορέας μίας παράδοσης αιώνων, η οποία είχε οικοδομηθεί από τιτάνες της λογιοσύνης όπως ο Ευγένιος Βούλγαρης και ο Νικηφόρος Θεοτόκης, άνδρες εκκλησιαστικοί, οι οποίοι συνδύαζαν τη θρησκευτικότητα με την επιστήμη, τις χριστιανικές διδαχές με τη λογική, ως αλληλένδετες πτυχές μίας σύντονης πορείας προς την αλήθεια. Και τούτο, παρά τις αντιρρήσεις και τους μύδρους που κάποτε εξαπέλυαν εξ ανατολών ορμώμενοι κληρικοί, οι οποίοι εκλάμβαναν τη χριστιανική πίστη ως μία νομοτελειακά στατική αξία, αυτο-αποδεικνυόμενη και μη έχουσα χρεία άλλης ανάλυσης πέραν εκείνης που αιώνες πριν είχαν κληροδοτήσει οι μεγάλοι πατέρες.
Η Κέρκυρα είχε την τύχη (και τη βούληση) να ενταχθεί από νωρίς σχετικά στον Δυτικό Κόσμο, με αποτέλεσμα να παρακολουθήσει την πρόοδο που επιτελέστηκε στην Εσπερία, σε αντιδιαστολή με τη φθίνουσα πορεία της Οθωμανικής Ανατολής και της αυστηρής συντηρητικότητας που επέβαλε στον υπόλοιπο Ελληνισμό το προσδεδεμένο στο άρμα της Υψηλής Πύλης  Οικουμενικό Πατριαρχείο. Κι έτσι, οι Κερκυραίοι, χωρίς να απεμπολήσουν ποτέ τα δόγματα της Ορθοδοξίας, μπόρεσαν να τα συνδυάσουν με τις εξελίξεις στη φιλοσοφία και την επιστημονική μεθοδολογία, συντηρώντας στην ουσία μία διαδικασία που είχε ξεκινήσει κατά τους τελευταίους αιώνες του Βυζαντίου, πριν από τις αντίστοιχες στη Δύση.
Ως εκ τούτου, το Ιεροδιδασκαλείο της Κέρκυρας στο οποίο εφοίτησε ο Ευγένιος, δεν ήταν μία απλή σχολή παραγωγής κληρικών. Ήταν πάνω από όλα ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα, στο οποίο θεραπεύονταν τα επιμέρους αντικείμενα σύμφωνα με τις εκπαιδευτικές μεθόδους που ίσχυαν και στις κοσμικές σχολές. Το υψηλό επίπεδο της Ιερατικής Σχολής της Κέρκυρας γίνεται αντιληπτό, τόσο από τις προσωπικότητες που εξήλθαν από τις τάξεις της, όσο και για την αδιάλειπτη σχέση της με την ίδια την Ιόνιο Ακαδημία, η οποία μαρτυρείται από τη διαρκή μετακίνηση διδασκόντων και φοιτητών από το ένα ίδρυμα στο άλλο.
Αυτό συνέβη και με τον Ευγένιο, ο οποίος, έπειτα από την ολοκλήρωση των σπουδών του στην Ιερατική Σχολή, εγγράφηκε στην Ιόνιο Ακαδημία. Αν και προς το παρόν δεν διαθέτουμε συγκεκριμένα και αναλυτικά στοιχεία για τις σπουδές του Ευγένιου, μπορούμε να εικάσουμε ότι ο συσχετισμός του με τον ιερέα Φώτιο Κάντα, ο οποίος δίδασκε στην Ιερατική Σχολή και την ίδια περίπου περίοδο μετακινήθηκε στην Ιόνιο Ακαδημία, στη Σχολή Θεολογίας, έπαιξε κάποιον ρόλο. Σε κάθε περίπτωση, η επαφή του Ευγένιου με την εκπαιδευτική παράδοση της Κέρκυρας και την πνευματική ζωή της πόλης, όπου εκείνη την εποχή συγκεντρώνονταν μερικοί από τους σημαντικότερους λόγιους του Ελληνισμού, δεν μπορεί να τον άφησε ανεπηρέαστο.
Αυτός ήταν και ο λόγος της πρόσκλησης που του απηύθυνε η ελληνική Κοινότητα της Βενετίας, ώστε, παράλληλα με την εφημερία του στον ιστορικό ναό του Αγίου Γεωργίου, να διδάξει και στο Φλαγγινιανό Φροντιστήριο. Το ίδρυμα αυτό ήταν το τρίτο σημαντικότερο ελληνικό εκπαιδευτικό ίδρυμα, έπειτα από την Ιόνιο Ακαδημία και το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Βεβαίως, το Φλαγγινιανό δεν είχε ούτε την αίγλη, ούτε τον ρόλο του παρελθόντος, αλλά αντλούσε ακόμη γόητρο από τις υπηρεσίες που είχε προσφέρει στους Έλληνες κατά τους δύσκολους αιώνες της ξενοκρατίας.
Το Φλαγγινιανό Φροντιστήριο είχε ιδρυθεί στη Βενετία από κληροδότημα του κερκυραϊκής και κυπριακής καταγωγής Θωμά Φλαγγίνη, ο οποίος προσέφερε την περιουσία του ώστε να δημιουργηθεί μία ανώτερη σχολή, στην όπου οι Έλληνες θα μπορούσαν να εκπαιδεύονται στις επιστήμες και τα γράμματα, χωρίς την ύποπτη ευεργεσία ξένων θεσμών, όπως η Αγία Έδρα της Ρώμης που είχε ιδρύσει το Ελληνικό Φροντιστήριο. Πράγματι, το Φλαγγινιανό επί σειρά αιώνων στάθηκε το λίκνο της εκπαίδευσης των Ελλήνων, σε χώρο μάλιστα όπου μπορούσαν να έρθουν σε επαφή με τις εξελίξεις στην Ευρώπη και να μάθουν από αυτές. Η σημασία του Φλαγγινιανού φαίνεται και από το γεγονός ότι το Ελληνικό Ινστιτούτο Βενετίας, το μόνο ανώτερο ελληνικό εκπαιδευτικό ίδρυμα που βρίσκεται εκτός Ελλάδας, οικοδομήθηκε πάνω στα θεμέλια της σχολής του Φλαγγίνη. Δεν ήταν, λοιπόν, μικρής σημασίας η θέση που προσφέρθηκε στον Ευγένιο, έστω και στο ηλιοβασίλεμα αυτού του ιστορικού θεσμού.
Δυστυχώς, οι πληροφορίες που διαθέτουμε σχετικά με τον Ευγένιο Χυτήρη, δεν μας διαφωτίζουν ιδιαίτερα για την προσωπική του ζωή και την ευρύτερη  δράση του, ούτε για την σχέση του με το χωριό έπειτα από την αναχώρησή του για να φοιτήσει στην Ιερατική Σχολή. Παρά ταύτα, τόσο από την πληροφορία που μας παραθέτει ο ιερέας Θεόδωρος Χυτήρης σχετικά με τη διδασκαλική του θητεία στους Κουραμάδες, όσο και από την προφορική μαρτυρία της Αθηνάς Γραμμένου (Πίτσουνα), μπορούμε να σκιαγραφήσουμε τη δράση του στο χωριό.
Το γεγονός ότι στα τέλη της δεκαετίας του 1850 ο Ευγένιος, μαζί με τον ιερέα Γεώργιο Κοσκινά, ίδρυσε σχολείο στο χωριό, στο οποίο οι νεαροί Κουραμαδίτες «θρόοι προσήρχοντο», καταδεικνύει, όχι μόνο την ενεργητικότητά του, αλλά και τη διάθεσή του να προσφέρει στην κοινωνία που τον περιέβαλε μερικά από τα αγαθά που είχε ο ίδιος λάβει. Έτσι, όπως ο ίδιος έλαβε χορηγία από την οικογένεια Πιέρρη-Χαλικιόπουλου, όταν αργότερα είχε τη δυνατότητα, φρόντισε κι εκείνος ώστε να αποκτήσουν μόρφωση οι ανιψιοί του.
Κλείνοντας τα σχόλιά μας για τον ιερέα Ευγένιο Χυτήρη, οφείλουμε να σημειώσουμε και το εξής: Σε μεγάλο βαθμό η κλίση του προς τα γράμματα, αλλά και προς την ιεροσύνη, καθώς και η φιλοτιμία του και η ενεργητικότητά του, ήταν αποτέλεσμα της σχέσης του με την οικογένεια των ιερέων Κοσκινάδων, οι οποίοι ήταν φορείς μίας μακράς παράδοσης λογιοσύνης και προσφοράς στο χωριό. Σε άλλα άρθρα θα μιλήσουμε για την οικογένεια αυτή, και ιδίως για τον ιερέα Σπυρίδωνα Κοσκινά, ο οποίος υπήρξε πραγματικά φάρος για τους Κουραμάδες, αλλά και τη γύρω περιοχή.

Ακολουθεί η νεκρολογία του ιερέα Θεόδωρου Κοσκινά για τον Ευγένιο Χυτήρη, όπως είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα "Αλήθεια" που εκδιδόταν την εποχή εκείνη στην Κέρκυρα. Έχουμε διατηρήσει την ορθογραφία και το πολυτονικό σύστημα, ενώ δεν έχουμε παρέμβει ούτε σε περιπτώσεις λαθών, τυπογραφικών και ορθογραφικών.


«Κατ τν 27ην Φεβρουαρίου .. παρέδωκε τ πνεμα πρς τν ζως κα θανάτου Κύριον ρχιμανδρίτης το Οκουμενικο Πατριαρχικο θρόνου κα Μέγας Οκονόμος τς ρχιεπισκοπς Κερκύρας, Εγένιος Χυτήρης.
μεταστς γεννήθη ν Κουραμάδες το Δήμου Μεσοχωριτν κατ τν 12ην Αγούστου το τους 1839. π νηπιακς λικίας πορφανωθες πατρός, νετράφη πό τν μυροβόλον πνον τς εσεβος ατο μητρός Βαρβάρας, τις, ς λλη νθοσα, ποστάσα μετ ντως χριστιανικς καρτερίας τ δειν τς χηρείας ν τ κμ τς λικίας ατς, ξιώθη ν δ καταλαβόντα τν Εγένιον περίβλεπτον ν τε τ κκλησί κα τ κοινωνί θέσιν. π νεαρς λικίας πιδοθείς ες τ γράμματα κα εδοκιμήσας ες ατ, ποφασίζει μετ το αεμνήστου ερέως Γεωργίου Κοσκιν ν δρύσει ν Κουραμάδαις διωτικόν σχολεον πρς διδασκαλίαν τν νων το χωρίου π μετρία μοιβ, οτινες θρόοι προσήρχοντο ες τ σχολείον πως τύχωσι τς π τν σεβαστν ερέων παρεχομένης παιδεύσεως. λλ κατά τ τος 1863 ναγκάζεται Εγένιος ν διακόψη τ ργον, τ ποον ρχισε, διότι τ εγενε ποστηρίξει τς οκογενείας τν κ.κ. Πιέρρη καλείται να μαθητεύση ες τν τότε κμάζουσαν ερατικήν Σχολήν, νθα π τριετίαν λόκληρον διήκουσεν πό διαπρεπν καθηγητν κα θεολόγων, Εσταθίου το Βουλισμ το μετ τατα ρχιεπισκόπου Κερκύρας, Φ. Κάντα, Κατσαΐτη κα λλων τ γκύκλια μαθήματα, θ τελειοποιετο δ κα ν τ ονί καδημί. ἐὰν ατη δν κατηργετο κατ τν ρχήν το α΄ τους τς φοιτήσεως ατο.
Κατ τ τος 1867 καλεται π τν πιτρόπων τς Υ.Θ. τν Στερεωτν ν καταλάβη τν θέσιν το Διακόνου τς κκλησίας φημερεύοντος το ειμνήστου Εσταθίου Βουλισμ, κα ντως χειροτονεται τ 11η Νοεμβρίου δ. τους ν τ ερ Να τς Μητροπόλεως, π το οιδίμου Μητροπολίτου θανασίου, Διάκονος.
μα τ χειροτονί ες Διάκονον, ο διευθύνοντες τ κπαιδευτήριον «Νικηφόρος» δελφοί Μάζη προσλαμβάνουσιν ατόν διδάσκαλον τν ερν μαθημάτων ν τ κπαιδευτηρί των, νθα διετέλεσε διδάσκων μετ παραδειγματικο ζήλου χρι τς κ Κερκύρας ναχωρήσεως ατο.
Μετ νδεκαετ ν τ νωτέρω ερ Να εδόκιμον διακονίαν, μία φων κ τς Δύσεως κούσθη κα φων ατη το φωνή τς ν τ Βενετί ρθοδόξου λληνικς κοινότητος, τις κάλει ατν, να φημερεύσ ν τ κε περικαλλε Να το γίου Γεωργίου, νταυτ δ ναλάβ κα τν διδασκαλίαν τν ερν μαθημάτων ν τος κε κπαιδευτηρίοις. Πράγματι, κατ τν 23 Νοεμβρίου το τους 1878 χειροτονεται Ε’γένιος π το οιδίμου ρχιεπισκόπου Κερκύρας Αντωνίου Πρεσβύτερος κα μετ τριήμερον νταύθα διαμονήν, π τς χειροτονίας, πέρχεται ες Βενετίαν. νθα νθουσιωδς γίνεται δεκτς, κα πακατασταθες νέος Λευίτης κατόρθωσεν, ν βραχυτάτ χρονικ διαστήματι, ν προσελκύσ τν μέριστον σεβασμόν κα τν γάπην συμπάσης τς κοινότητος κείνης. τε δ κατ τ τος 1882 κκενώθη θέσις το τέρου τν φημερίων, τ συστάσει κα ποδείξει το Εγενίου, καλεται ν ναπληρώς τ κενόν κείνο πολύς ρχιεπίσκοπος μν Κος Σεβαστιανός, ποος ν λ τ διακρινοσ Ατν ελικρινεί κατ τν μέραν τς κηδείας ξεφώνησε τν πλήρη εγενν ασθημάτων πικήδειον κείνον λόγον, ν τ ποί πεδυκνύετο πόσον Σεβαστός μν εράρχης γάπα κα ξετίμα κενον, μεθ’ ο διλθεν μέρας ετυχες. Διερχόμενος Οκουμενικός Πατριάρχης ωακεμ Β΄ τν Βενετίαν κατ τ τος 1883 κα διαγνος τ περικοσμοντα τν Εγένιον προτερήματα πένειμε ατ τν τίτλον το ρχιμανδρίτου το Οκουμενικο Πατριαρχικο Θρόνου, ς κα τν το Πνευματικο προϊσταμένου τς κοινότητος.
λλ’ πέπρωτο, να μ ν πολ μείνη μακρν τς γαπητς Πατρίδος ρχιμανδρίτης Εγένιος (ντως νεξιχνίαστοι ο βουλο το ψίστου) κα δο κατ τ τος 1885 νεφύη τ κανθδες φημεριακν κείνο ζήτημα τς Παναγίας τν Ξένων κα μ ερεθείσης τέρας λύσεως, στρέφουσιν, ο τε κκλησιαστική ρχ τς Κερκύρας κα ο δελφο τς κκλησίας, τ βλέμματα πρς τν μακρν τς φίλης Πατρίδος ερισκόμενον ρχιμανδρίτην Εγένιον κα πρς ατν ποτείνονται, να λύση πρόβλημα δύσλυτον. Ες τν φωνν κείνην τς Πατρίδος πεφιλημένος ρχιμανδρίτης δν δυνήθη ν κωφεύση κα δι τοτο τ πάντα θυσιάσας, να μ φαν πειθς ες τν φωνν τς Πατρίδος γκαταλείπει τν Βενετίαν, πρς μεγίστην θλίψην τς κοινότητος κα ρχεται νταθα, να ναλάβη τ βαρ φορτίον το φημερίου τς Παναγίας τν Ξένων. π εκοσαετίαν λόκληρον φημερήσας ν τ κκλησί ταύτη κατόρθωσε δι τν ρετν ατο ν ποκτήση μέριστον τν κτίμησιν κα τν σεβασμν ο μόνον τν δελφν τς κκλησίας, οτινες δικαίως λοφύρονται δι τν στέρησιν ατο, λλά κα συμπάσης τς κοινωνίας. Μετ τν θάνατον το οιδίμου ρχιεπισκόπου Εσταθίου διωρίσθη εθς ξ αρχς μέλος τς πισκοπικς πιτροπς κα μετ τατα Πρόεδρος ατς, λίαν δ πιτυχς π πενταετίαν λόκληρον διηύθυνε τν ρχιεπισκοπν Κερκύρας.
Κατ τ τος 1903 παξίως κοσμν τν θρόνον τς Κερκύρας κλεινός μν ρχιεπίσκοπος, τν το Μεγάλου Οκονόμου τε δ κατ τ ατ τος κλήθη ες θήνας ς μέλος τς ερς Συνόδου τν ρχιμανδρίτην Εγένιον Χυτήρην διώρισε Γενικόν ρχιερατικν πίτροπον Ατο.
Τοιοτος ν λίγοις πήρξεν ν τ σταδιοδρομία το βίου πεφιλημένος ρχιμανδρίτης Εγένιος λλ δυστυχς πρ διετίας καταληφθες π νόσου νιάτου, τερμάτισε τν βίον κατ τν 27 Φεβρουαρίου περ τν μεσημβρία, καταλιπν οτω ν κλήρ κενόν δυσαναπλήρωτον.
Τν θάνατον ατο βαρέως θέλουσιν κούσ χι μόνον τ ν Βενετί πνευματικά ατο τέκνα, λλ κα ο κτς τς γαπητς Κερκύρας διαμένοντες κα γνωρίζοντες ατν.
μνήμη ατο στω γήρως κα κατοικία ατο ν γίοις Σιν.
ν Κουραμάδαις τ 1 Μαρτίου 1906.
ερες ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΧΥΤΗΡΗΣ»

Ανδρέας Γραμμένος